Αλέξανδρος Βαλκανάς: «Ονειρεύομαι ένα μέλλον με τον άνθρωπο περισσότερο υπεύθυνο και συνειδητοποιημένο απέναντι στα δικαιώματα του συνανθρώπου του, ανεξαρτήτως χρώματος, πεποιθήσεων, φύλου, προτιμήσεων..»
Ο συγγραφέας Αλέξανδρος Βαλκανάς μιλά στο independent.gr, με αφορμή το έργο του με τίτλο «Αγαπημένου μου Εγώ», το οποίο παρουσιάζεται στην «Αθηναϊκή Σκηνή Κάλβου-Καλαμπόκη» σε σκηνοθεσία του Νίκου Αμουντζά, κάθε Παρασκευή έως τις 20/03/2020.
Πώς προέκυψε η ιδέα συγγραφής του έργου;
Η ιδέα των δέκα μονολόγων του «Αγαπημένο μου Εγώ» προέκυψε θα έλεγα τυχαία, από σκόρπια ευρήματα, «σπέρματα» έμπνευσης που συλλέγω από τον κόσμο της καθημερινότητας και αποτελούν συνήθως τον πυρήνα για κάποιο θεατρικό, ένα διήγημα ή πεζοποίημα. Κάποια από αυτά «δοκιμάστηκαν» και στη φόρμα του μονολόγου μικρής έκτασης και το αποτέλεσμα με «ιντρίγκαρε», μου φάνηκε ενδιαφέρον. Ο ένας έφερε τον άλλον και ξεκίνησε έτσι να διαμορφώνεται η ιδέα σύνθεσης ενός corpus, ενός σώματος μονολόγων για αντρικούς και γυναικείους χαρακτήρες, χωρίς φαινομενικά να τους συνδέει κάποιο κοινό σημείο εκτός από την ανάγκη της εκμυστήρευσης, της εκούσιας ή ακούσιας εξομολόγησης. Ο αριθμός τους, δέκα, ήταν προϊόν ψυχαναγκαστικής συμμετρίας…
Εξηγήστε μας τον τίτλο του έργου.
Το Αγαπημένο μας εγώ αποτελεί κατ’ εμέ το προστατευτικό κέλυφος της μοναξιάς. Ή πιο σωστά μίας μοναχικότητας κατ’ επιλογήν που υπερασπιζόμαστε με σθένος και πείσμα. Ένα είδος πανοπλίας για τα δύσκολα. Πίσω από αυτό μαίνεται η άβυσσος του καθενός. Για να είμαι ειλικρινής ο τίτλος «Αγαπημένο μου Εγώ» δεν μου ανήκει, εννοώ πως δεν είμαι ο πνευματικός του πατέρας. Οι «Δέκα Μοναχικοί Διάλογοι» μετονομάστηκαν έτσι μετά από ένα καταιγισμό ιδεών της ομάδας, των συντελεστών της παράστασης, κάτι που είναι θεμιτό, με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Το θεατρικό κείμενο καθώς μπαίνει σε διαδικασία παραστασιοποίησης, εντάσσεται σε έναν σύνθετο οργανισμό, αποκτά το ύφος και την ταυτότητα που οραματίζεται ο σκηνοθέτης, οι ηθοποιοί και οι υπόλοιποι συντελεστές. Το «Αγαπημένο μου Εγώ» έρχεται να πει την ιστορία της συγκεκριμένης παράστασης. Συν τοις άλλοις, οι Μοναχικοί Διάλογοι όπως τους συν-έγραψα είναι ένα έργο σπονδυλωτό, με αυτόνομες μονολογικές σκηνές. Στην σκηνοθεσία του Νίκου Αμουντζά υπάρχει σύνδεση, ροή, μία ενοποίηση σε μία ενιαία καλειδοσκοπική εικόνα. Παρόλα αυτά ο αρχικός τίτλος ακολουθεί διακριτικά ως σήμα κατατεθέν για να θυμίζει την αφετηρία.
Πείτε μας λίγα λόγια γι' αυτό.
Το «Αγαπημένο μου Εγώ» απαρτίζεται από δέκα κωμικοτραγικούς μονολόγους μικρής έκτασης που εκφέρονται από αντιστοίχως δέκα χαρακτήρες αντρικούς και γυναικείους διαφορετικής ηλικίας. Αυτοί είναι άνθρωποι «απλοί», αυτό που θα λέγαμε της διπλανής πόρτας, θα μπορούσαν να ζουν στην ίδια πολυκατοικία με τη δική μας, να ψωνίζουν από τα ίδια μαγαζιά της γειτονιάς, να ανταλλάσσουν τυπικές καλημέρες και σχόλια για τον καιρό, αλλά επί της ουσίας να μην γνωρίζουν τίποτα ο ένας για τον άλλο. Σε κάποια ιδιωτική τους στιγμή και απροειδοποίητα φτάνει για τον καθένα το πλήρωμα του χρόνου και «ανοίγει το καπάκι». Είναι η στιγμή που πρέπει να βγάλεις από μέσα σου εκείνο που σε τρώει, σε κάποιον να τα πεις να ξαλαφρώσεις, στον εαυτό σου, σε έναν φίλο, σε έναν άγνωστο ή στο Θεό σου. Αλλά στην περίπτωση του έργου μας ο διάλογος ακυρώνεται, ματαιώνεται, γιατί ο ακροατής δεν αποκρίνεται, δεν συμβάλει στην ανακούφιση και την παραμυθία, δε δίνει λύσεις και ο χαρακτήρας απομένει εγκλωβισμένος στο προσωπικό του αδιέξοδο. Τουλάχιστον όμως κατάφερε να τα πει, οι ίδιες οι λέξεις του μπαίνουν σε μία σειρά και γίνονται ένας καθρέφτης μέσα στον οποίο αντικρίζει τον εαυτό του, αυτοπροσδιορίζεται, συνειδητοποιείται. Μένει να κάνει ή να μην κάνει την κίνηση, το επόμενο βήμα για να αλλάξει την κατάσταση. Αλλά αυτό πρέπει οι θεατές μας να το φανταστούν.
Πώς προέκυψε η συνεργασία σας με τον σκηνοθέτη, Νίκο Αμουντζά, αλλά και με τους ηθοποιούς της παράστασης;
Η πρόταση έγινε αρχικά στον Νίκο Αμουντζά από τους ηθοποιούς Κωνσταντίνο Τσακανάκη και Μάνια Διαγούπη. Του ζητήθηκε να αναλάβει τη σκηνοθεσία μίας παράστασης πάνω σε ένα άλλο κείμενο. Εκείνος αντιπρότεινε τους «Δέκα Μοναχικούς Διαλόγους» που είχε διαβάσει και τον ενδιέφεραν. Ο Τσακανάκης και η Διαγούπη ζήτησαν να διαβάσουν το κείμενο και… φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Κάνω χιούμορ φυσικά. Ήταν μεγάλη χαρά και τιμή η επιλογή τους να ανεβάσουν το έργο μου. Τον Παναγιώτη Τυροπάνη και την Λαμπρινή Αγιαννίτου τους γνώρισα κατόπιν, στις πρόβες, όταν προστέθηκαν στην ομάδα των Κ. Τσακανάκη και Μ. Διαγούπη συμπληρώνοντας την τετράδα των ηθοποιών, όπου εκτίμησα το ταλέντο, τη φιλεργία τους, την αγάπη όλων για αυτό που υπηρετούν. Θα μου επιτρέψετε στο σημείο αυτό να κάνω μία αναφορά και στον Anastazio που η μουσική του πλαισιώνει την παράσταση «Αγαπημένο μου Εγώ». Με τον Anastazio είχα τη χαρά να συναντηθώ και κάποια χρόνια πριν κατά την ηχογράφηση ενός δίσκου του με μελοποιημένα ποιήματα του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, όπου συμμετείχα ως ερμηνευτής σε δική του μουσική σύνθεση.
Προηγούμενα θεατρικά σας έργα έχουν διακριθεί στους Διαγωνισμούς Θεατρικού Έργου της Ένωσης Σεναριογράφων Ελλάδας (Το Κουτί, Α’ βραβείο 2018 - Μία Σχεδόν Αληθινή Ιστορία, Έπαινος 2017). Πώς νιώθετε;
Όταν έστειλα κατόπιν παρότρυνσης φίλων τη «Μία Σχεδόν Αληθινή Ιστορία» το ‘17 στο διαγωνισμό δεν είχα υψηλές προσδοκίες. Με τη θεατρική γραφή ασχολούμαι τα τελευταία δέκα χρόνια περίπου, ήταν ένα είδος πειράματος περισσότερο για να δω πού πατώ και πού βρίσκομαι ως προς αυτό το είδος. Με τον Έπαινο είχα μία πολύ ενθαρρυντική ανατροφοδότηση, γνώρισα ανθρώπους του χώρου που με προσέγγισαν και μίλησαν πολύ κολακευτικά για το έργο μου, όπως οι σκηνοθέτριες Άννα Σωτρίνη και Αναστασία Κουμίδου, και άλλοι. Αλλά όπως λένε, τρώγοντας έρχεται η όρεξη… Την επόμενη χρονιά έστειλα στον διαγωνισμό «Το Κουτί», ήρθε και το Α’ βραβείο. Ο αντίχτυπος αυτών των διακρίσεων φέρνει μαζί του εκτός από μία μεγάλη χαρά, τόνωση της αυτοπεποίθησης, ελπίδα για «πόρτες» που θα ανοίξουν, αλλά και υλικό για προβληματισμό περίσσιο. Γιατί οι πόρτες τελικά δεν ανοίγουν και τόσο εύκολα. Στην Ελλάδα της Κρίσης – όσο κι αν αυτός ο τίτλος αρχίζει να ακούγεται ήδη πολυφορεμένος – η αλήθεια είναι ότι τα πράγματα δεν κυλάνε απρόσκοπτα. Η οικονομική στενότητα, όπως σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, έτσι και στην Τέχνη και τον Πολιτισμό, υψώνει εμπόδια δυσθεώρητα για όσους επιθυμούν να μπουν στο παιχνίδι. Τα ρίσκα πληρώνονται ακριβά, οι επιχειρηματίες προσπαθούν να διασφαλίσουν ότι θα τα ελαχιστοποιήσουν, έτσι λίγοι τολμούν να επενδύσουν στο σύγχρονο νεοελληνικό θεατρικό έργο και τους συγγραφείς τους (να σημειώσω, για την ιστορία μόνο, ότι κανένα από τα δύο διακριθέντα έργα μου δεν έχει ανέβει.) Τα τελευταία χρόνια φαίνεται όμως κάτι να αλλάζει. Ίδωμεν. Εν κατακλείδι, θέλω να πω ότι τα βραβεία από μόνα τους δε λένε κάτι. Δεν μπορείς να επαναπαυτείς και να πεις, ωραία τώρα ελάτε να με βρείτε γιατί έχω κάτι – ή που θεωρείται - καλό. Αν το πεις αυτό, το πιθανότερο είναι να λοξοδρομήσεις, να χάσεις το δρόμο και το χρόνο σου, ακόμα και να αλλοιώσεις την ποιότητα της γραφής σου, επειδή πίστεψες ότι «το έχεις». Ο ναρκισσισμός είναι μεγάλη παγίδα. Χρειάζεται επομένως συνεχής δουλειά, υπομονή, πείσμα, ίσως και λίγη τύχη. Και κυρίως πίστη στην προσωπική σου αλήθεια και την ανάγκη σου να την εκφράσεις με όποιον τρόπο μπορείς.
Τι ονειρεύεστε για το μέλλον;
Αυτή είναι μία δύσκολη ερώτηση… Σε μία εποχή που βομβαρδίζεσαι καθημερινά από αρνητικές ειδήσεις, επίμονη κινδυνολογία, οικονομική δυσπραγία, πολιτική ρευστότητα σε διεθνές επίπεδο, επαπειλούμενες πολεμικές συρράξεις, οικολογικές καταστροφές, αναρωτιέσαι τι περιθώρια σου έχουν απομείνει να ονειρεύεσαι. Ωστόσο, όσο ζοφερό κι αν διαγράφεται το μέλλον, ως άνθρωπος έχεις χρέος να ονειρεύεσαι, σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο. Και ίσως επειδή η ιστορική αναγκαιότητα το επιτάσσει, πρωτίστως σε συλλογικό. Ονειρεύομαι λοιπόν ένα μέλλον με τον άνθρωπο περισσότερο υπεύθυνο και συνειδητοποιημένο απέναντι στα δικαιώματα του συνανθρώπου του, ανεξαρτήτως χρώματος, πεποιθήσεων, φύλου, προτιμήσεων, ανοιχτόμυαλο, με λιγότερες προκαταλήψεις, με διάθεση να συνδιαλλαγεί ώστε να καταλάβει το διαφορετικό και να το εντάξει σε μία διαδικασία αυτοβελτίωσης αλλά και ουσιαστικής προόδου της κοινωνίας. Έναν άνθρωπο λιγότερο άπληστο, λιγότερο αλαζονικό απέναντι στα άλλα είδη με τα οποία μοιράζεται αυτόν τον υπέροχο πλανήτη. Που θα πειστεί ότι το Μέλλον βασίζεται στη σύζευξη και όχι στον διχασμό.
Σε προσωπικό επίπεδο, ονειρεύομαι να συνεχίσω να ονειρεύομαι, βασικό συστατικό της δημιουργίας. Να διατηρώ τη ματιά μου φρέσκια και πλατιά, ώστε να συλλαμβάνω το στίγμα μίας εποχής που τρέχει ιλιγγιωδώς και καθιστά από τη μία στιγμή στην άλλη την όποια καλλιτεχνική έκφραση επιφανειακή ή παρωχημένη. Να καταγράψω τους παλμούς και τις δονήσεις του σήμερα και, αν σταθώ τυχερός, να κάνω με το έργο μου ένα μικρό δώρο σε κάποιους, έστω ελάχιστους θεατές και αναγνώστες, που θα το πάρουν μαζί τους και θα το φυλάξουν μαζί με τις άλλες πολύτιμες αποσκευές της ζωή τους ως παιδαγωγός μου είναι αδύνατο να αποκόψω την Τέχνη από την παιδευτική της αξία. Ονειρεύομαι λοιπόν μία Τέχνη που, αν δεν μπορεί να σώσει, τουλάχιστον μπορεί να δείξει δρόμους, και να διδάξει ελευθερία και ανθρωπισμό.
Η ταυτότητα της παράστασης
Κείμενα: Αλέξανδρος Βαλκανάς
Σκηνοθεσία: Νίκος Αμουντζάς
Παίζουν οι ηθοποιοί: Κωνσταντίνος Τσακανάκης, Μάνια Διαγούπη, Λαμπρινή Αγιαννίτου, Παναγιώτης Τυροπάνης
Μουσική: Anastazios
Κοστούμια- κοσμήματα: Ανθή Ζάχου
Σκηνική επιμέλεια- κομμώσεις: Elisavet Ramires
Μακιγιάζ: Ξένια Δασκαλάκη
Φωτογραφίες: Γιάννης Γαλάνης
Επικοινωνία: Νατάσα Παππά
«Αθηναϊκή Σκηνή Κάλβου-Καλαμπόκη»
Αθανασίου Διάκου & Τζιραίων 13 (έξω από το μετρό Ακρόπολης)
Τηλ.: 210 92 22 300
Κάθε Παρασκευή στις 21.00
Προπώληση εισιτηρίων:
https://www.viva.gr/tickets/theater/athinaiki-skini-kalvou-kalampoki/agapimeno-mou-egw/
Video Teaser παράστασης:
Με την αιγίδα της ΕΝΠΑΝ – Ενώσεις Πολιτισμού & Ανάπτυξης