γράφει η Δρ Βασιλική Παπαγεωργίου
Κοιν. Ανθρωπολόγος Επιστημονική Συνεργάτης ΤΕΙ Ιονίων Νήσων, Τμ. Ψηφιακών Μέσων & Επικοινωνίας
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
Έργο της Ζάχα Χαντίντ, «The Peak Project, Hong Kong, China» (1991), όπως εκτίθεται πλέον στον πέμπτο όροφο του MoMA
Διανύοντας το πρώτο διάστημα της θητείας του, το πρόσωπο του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ πρωταγωνιστεί ως κυρίαρχη μαζική φιγούρα στο “παγκόσμιο χωριό”, – αυτόν τον μιντιακά διαμεσολαβημένο και τεχνολογικά διασυνδεδεμένο κόσμο μας. [1]
Η σφοδρή δημόσια αντιπαράθεση γύρω από τις πολιτικές και τους ιδιάζοντες τρόπους προβολής και επικοινωνίας που χρησιμοποιεί, διαμορφώνει ήδη ένα συγκρουσιακό πολιτικό πεδίο, ανανεώνοντας κι αναδιατάσσοντας ποικίλες συλλογικότητες γύρω από δράσεις διαμαρτυρίας και διαφαινόμενες “πολιτικές της αντίστασης”.
Είναι πιθανό, ότι, προκαταρκτικά διερευνώντας, πρόκειται για ένα μεταβατικό πλαίσιο πολιτικών αγώνων και διεκδικήσεων, όπου η δημόσια ορατότητα ανάγεται σε κρίσιμη συνθήκη των εκφραστικών μορφών αντίδρασης. Είναι καταστάσεις όπου η παρέμβαση διανοούμενων, καλλιτεχνών, ακαδημαϊκών, θεωρείται επιβεβλημένη και αυτονόητη. Το να συντάσσεται κάποιος δημόσια “κατά του Τραμπ” αποκτά διαστάσεις συμβολικής ομολογίας και συναίνεσης γύρω από ζητήματα ταυτότητας και κοσμοθεώρησης.
Σ’ αυτό το πλαίσιο δημόσιας κουλτούρας, το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Ν. Υόρκης (Museum of Modern Art, MoMA) με μια συμβολική κίνηση, που συνοδεύεται από ρητή διακήρυξη της πολιτικής της πρόθεσης από τη μεριά των διαχειριστών του, συμμετέχει στο μεγάλο ρεύμα αντίδρασης κατά του πρόσφατου διατάγματος του Τραμπ περί απαγόρευσης εισόδου στις ΗΠΑ πολιτών από επτά μουσουλμανικές χώρες. [2]
Ανάρτηση του ΜοΜΑ στην ιστοσελίδα του στο facebook, 3/2/2017, με την οποία ανακοινώνει την αντίδρασή του στο διάταγμα του Τραμπ
To MoMA, συγκεκριμένα, αναδιοργανώνει τη μόνιμη συλλογή του σύγχρονης τέχνης με τον εξής τρόπο: έργα κάποιων από τις πιο εμβληματικές μορφές στην τέχνη του δυτικού κανόνα, όπως ο Πικάσο ή ο Ματίς, αποσύρονται από τις αίθουσες της μόνιμης έκθεσης και τη θέση τους παίρνουν έργα δημιουργών που προέρχονται από χώρες της απαγορευμένης λίστας (Ιράν, Ιράκ Σουδάν). Ο αντίκτυπος αυτής της πρόσφατης αλλαγής (2/2/3017) στα μέσα ήταν θετικός, παρότι σχόλια χρηστών σε σχετικές αναρτήσεις του MοMA στην ιστοσελίδα του στο facebook είναι αντικρουόμενα, όπως μπορεί να διαπιστώσει κάποιος ανατρέχοντας με σχετική περιήγηση.
Μια αντισυμβατική και πρωτότυπη δράση γύρω από την πολιτική της μόνιμης συλλογής για το συγκεκριμένο ίδρυμα, έρχεται να υπενθυμίσει, όσο και να υπογραμμίσει, το επείγον της πρόκλησης της σχέσης τέχνης και πολιτικού. Ποιος είναι ο ρόλος της τέχνης, ειδικότερα, δε, των κυρίαρχων καλλιτεχνικών/ πολιτιστικών φορέων σήμερα, στη διαμόρφωση του πολιτικού; Με ποιους όρους και προϋποθέσεις γίνεται αυτό και πώς διασυσχετίζεται με τη δημόσια σφαίρα και κουλτούρα;
Σε ένα φάσμα τοποθετήσεων που ιστορικά δύναται να καταλάβει η καλλιτεχνική παραγωγή και διαχείριση, π.χ. η ορμή των πρωτοποριών του 20ου αι., ή ακόμη και σε συμμαχία με την εξουσία, στην προπαγάνδα των ολοκληρωτικών καθεστώτων, είναι διαφορετικές και όχι σαφώς οριοθετημένες οι πολιτικές αφετηρίες, στοχεύσεις και πλαισιώσεις της. [3]
Τις τελευταίες δεκαετίες, οι διάφορες μορφές και πρακτικές του κόσμου της τέχνης επηρεάστηκαν δραστικά από τα ριζοσπαστικά κινήματα σε Ευρώπη και Αμερική με ρητές διεκδικήσεις στην πολιτική αρένα και ορατές αξιώσεις, σε επίπεδο αναπαράστασης, ομάδων, (π.χ. ιθαγενείς, μαύροι, μειονότητες, γυναίκες) γύρω από δικαιώματα στην ταυτότητα και την πολιτισμική κληρονομιά. [4]
Η συνειδητοποίηση τής σημασίας τής αναπαράστασης και της εξουσίας που αυτή ασκεί, κατά την ίδια περίοδο, συναντάται με τη συνθήκη της μετανεωτερικότητας παράγοντας δύο διαφορετικούς τρόπους προσέγγισης του πολιτικού στην τέχνη: από τη μια, ενισχύει την ανάδειξη της πολλαπλότητας των φωνών και της πολιτισμικής ετερογένειας του κοινωνικού χώρου. Από την άλλη, αποδυναμώνει την πολιτική τους ισχύ, δίνοντας προβάδισμα στο χαώδες, το θραυσματικό, το εφήμερο, την έλλειψη συνεκτικότητας, άρα, μιας κατανόησης χωρίς ιστορικότητα.
Σε μια τέτοια συνθήκη, σήμερα, το στίγμα της σχέσης τέχνης-πολιτικού είναι η διαρκής συνομιλία με την επικαιρότητα, με μια τάση ανάδειξης του ανατρεπτικού, του συγκρουσιακού, του προβοκατόρικου. Τα όρια αυτής της τάσης συζητούνται στη συνέχεια.
Η παραγωγή τέχνης εντός δικτύων που συνδέουν μαζικά μέσα και κουλτούρα, δημόσια σφαίρα, διεθνική προβολή και επικοινωνία (π.χ. Διεθνή Φεστιβάλ), σε συνδυασμό με πολλές αλλαγές στις θεωρητικές σκοπιές, επιμελητικές πρακτικές και πολιτικές διαχείρισης από την πλευρά των θεσμικών φορέων, αποτελούν το υπόβαθρο για την παραπάνω διαπίστωση. Η πλειοψηφία των πολιτιστικών θεσμών και ιδρυμάτων σήμερα, δια των προγραμμάτων, εκθέσεων και λοιπών δράσεων που εντάσσουν στην ατζέντα τους, διεκδικούν τη δυναμική εμπλοκή τους στο κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον μέσα από τη διαρκή ανταλλαγή, τον αναστοχασμό και την προώθηση μιας συμμετοχικής κουλτούρας για ένα ενεργό κοινό.
Ο Ai Weiwei σε φωτογραφία που αναπαριστά το προσφυγικό δράμα
Στην Ελλάδα, η οικονομική κρίση αλλά και το προσφυγικό ζήτημα είχαν ενεργό αντίκτυπο στον κόσμο της τέχνης, που με ζήλο δεξιώθηκε και ανέδειξε όψεις και διαστάσεις τους σε πληθώρα πολιτιστικών παραγωγών. Ο παγκοσμίου φήμης καλλιτέχνης και ακτιβιστής, Ai Weiwei, εμπνεύστηκε από τους πρόσφυγες στη Λέσβο και από τις δραματικές συνθήκες της άφιξής τους στην Ελλάδα [5], ενώ φιλοξενήθηκε από το μουσείο Κυκλαδικής τέχνης. [6] Η διεθνής έκθεση documenta, που διεξάγεται φέτος στην Αθήνα, (documenta 14, με κέντρο το γερμανικό Κάσσελ, μόνιμη βάση της, συνδιοργανώνεται για πρώτη φορά με μια άλλη πόλη ), εμπνέει και κινητοποιεί δράσεις δημόσιας τέχνης με ερεθίσματα και ρητές αναφορές σε πληθώρα θεματικών και γεωγραφιών του πολιτικού. [7]
Κάθε άλλο παρά περιθωριακό στοιχείο, το “ανατρεπτικό” εντάσσεται στην κυρίαρχη γραμμή. Το ερώτημα αν “καθυποτάσσεται”, χάνοντας την κριτική του αφετηρία, τη χειραφετητική του διάσταση, παραμένει ανοιχτό. Ένα κορυφαίο ίδρυμα όπως η Tate Modern, πρόσφατα, πλαισιώνει το πρόγραμμά του με τις ανατρεπτικές δράσεις των Guerrilla Girls ως πολιτιστικό event. Η φεμινιστική κολεκτίβα αμφισβητεί καταστατικές αρχές της σύγχρονης μουσειακής πρακτικής και διαχείρισης, όπως τις εταιρικές χορηγίες. [8] Προτείνοντας μια νέα αφήγηση, το MoMA, όπως είδαμε, εμπλουτίζει την έκθεσή του, παρεμβάλλοντας τη “δυτική όψη” καλλιτεχνών από χώρες ταυτισμένες με τον κόσμο του Ισλάμ. Συζητά τη σχέση “δύσης” και “Ισλάμ”, χωρίς να απονομιμοποιεί τη θεσμική εξουσία του μουσείου και το “δυτικό κανόνα". Άλλωστε αυτή η εγκατάσταση, επιβεβαιώνει, εν τέλει, σύμφωνα με τη διακήρυξη του MoMA, (σε λεζάντα που συνοδεύει τα εκθέματα) «τα ιδεώδη της καλής υποδοχής και της ελευθερίας, ζωτικά τόσο για το ίδρυμα όσο και τις ίδιες τις ΗΠΑ».
Έτσι, η σχέση της τέχνης με το πολιτικό, σήμερα, λαμβάνει μορφές που εκφράζουν την αισθητική της μετανεωτερικότητας. Ακόμη, δε, την πολιτική οικονομία τής συνάρθρωσης του δικτύου της τέχνης στην εταιρική εξάρτηση και τη χυδαία εμπορευματοποίηση. Δεν είναι τυχαίο ότι η εταιρική κουλτούρα οικειοποιείται πολιτισμικά ιδιώματα και λόγους που αποτελούν σημαίνουσες δομές σε εγχειρήματα σύγχρονης τέχνης που διεκδικεί το πολιτικό (π.χ. συλλογικότητα και παρεμβατικότητα γύρω από ζητήματα ποιότητας ζωής στα αστικά ιδίως περιβάλλοντα, αλληλεγγύη, “κοινωνική ευθύνη”).
Η – δια της τέχνης – συγκρότηση πολιτικών υποκειμένων ευαισθητοποιημένων στις προκλήσεις και μεταμορφώσεις του σύγχρονου κόσμου, δεν προκαθορίζει και μια στάση κριτικής αμφισβήτησης των ηγεμονικών θεωρήσεων και των θεσμών κυριαρχίας. Προσδιορίζεται και οριοθετείται από την τέχνη του εφήμερου και την κουλτούρα του θεάματος, το επιφανειακό βίωμα (ή ομοιώματα εμπειριών πολιτικής συμμετοχής) και την ανώδυνη ρητορική απλουστευτικών απεικονίσεων του κοινωνικού κόσμου, ικανής να “εξαφανίζει” τις κοινωνικές σχέσεις παραγωγής ανισοτήτων και διαφορών.
[16/2/2017]
Σημειώσεις
[1] Κατά τη γνωστή θέση του θεωρητικού της επικοινωνίας Μάρσαλ Μακλούαν, που κάπως πρώιμα διείδε την παντοδυναμία των μέσων στη σύγχρονη εποχή και το ρόλο τους στη δημιουργία ενός “οικουμενικού χωριού”.
[2] Βλ. σχετικό ρεπορτάζ: https://www.nytimes.com/2017/02/03/arts/design/moma-protests-trump-entry-ban-with-work-by-artists-from-muslim-nations.html?_r=0
[3] Βλ. σχετικά κείμενα αλλά και την εμπεριστατωμένη ανάλυση στο εισαγωγικό σημείωμα των επιμελητών, στο συλλογικό έργο, Το πολιτικό στη σύγχρονη τέχνη, Σταυρακάκης Γ. και Κ. Σταφυλάκης (επιμ.), Εκκρεμές, 2008.
[4] Βλ. για τα ζητήματα αυτά τις μελέτες στο Μουσείο και μουσειακές σπουδές, ένας πλήρης οδηγός, επιμέλεια Sharon Macdonald, ΠΙΟΠ, 2012.
[5] Από τις αμφιλεγόμενες και πολυσυζητημένες κινήσεις του καλλιτέχνη: ο Ai Weiwei φωτογραφίζεται απεικονίζοντας το μικρό Αϊλάν, το παιδάκι από τη Συρία που βρέθηκε νεκρό στις τουρκικές ακτές το Σεπτέμβριο του 2015. https://www.theguardian.com/artanddesign/2016/feb/01/ai-weiwei-poses-as-drowned-syrian-infant-refugee-in-haunting-photo
[6] Η έκθεση «Ai Weiwei at Cycladic» (20/5/2016 ως 30/10/2016), πρόκειται για την πρώτη παρουσίαση έργων του καλλιτέχνη στην Ελλάδα.
[7] Βλ. τον ιστότοπο της φετινής οργάνωσης http://www.documenta14.de/gr/
[8] Βλ. σχετικά, «η “αιχμηρή” εκδοχή της Tate Modern», 1/1/2017, εφημ. Καθημερινή, http://www.kathimerini.gr/889747/article/politismos/eikastika/h-aixmhrh-ekdoxh-ths-tate-modern