του Γιώργου Παυλίδη
Σκηνοθεσία: Sidney Lumet
Σενάριο: Reginald Rose
Παίζουν: Henry Fonda, Lee J. Cobb, Martin Balsam
Έτος προβολής: 1957
Χρώμα: ασπρόμαυρο
Αναλογία διαστάσεων: 1.66 : 1
Διάρκεια: 96 λεπτά.
Μια υπόθεση φόνου: ο ύποπτος μοιάζει να είναι εξόφθαλμα ένοχος. 12 ένορκοι καλούνται να αποφασίσουν ομόφωνα για την ενοχή ή την αθωότητά του. Ένας εξ αυτών ορθώνει το ανάστημά του απέναντι στην συντριπτική πλειοψηφία, διατηρεί τις αμφιβολίες του και προσπαθεί να πείσει τους υπόλοιπους 11 ότι τα στοιχεία δεν είναι τόσο ξεκάθαρα όσο φαίνονται αρχικά
Η ταινία «12 ένορκοι» (Twelve angry men) θα μπορούσε να είναι μία άψογη θεατρική παράσταση. Δώδεκα ήρωες σε μια αίθουσα, ο καθένας με τον δικά του ξεχωριστά χαρακτηριστικά, δώδεκα διαφορετικά κοινωνικά δείγματα ανθρώπων και του τρόπου που αντιμετωπίζουν την αξία της ζωής, τη δικαιοσύνη, το βάρος της απόφασης. Ο καθένας με τη δική του προσωπική ιστορία, την δική του προσέγγιση. Οι διάλογοι καλογραμμένοι και σφιχτοδεμένοι, η συνεχής ανταλλαγή επιχειρημάτων και οι ανατροπές κρατούν την προσοχή μας τεταμένη από την αρχή ως το τέλος, ενώ δε λείπουν και οι μικρές κωμικές στιγμές ανάμεσα στους ήρωες. Όλα τα απαραίτητα στοιχεία είναι εκεί: χαρακτήρες, πλοκή, διάλογοι, ένας μόνο χώρος όπου η ιστορία λαμβάνει χώρα.
O Sidney Lumet, που είναι κινηματογραφικός και όχι θεατρικός σκηνοθέτης, θα μπορούσε να στήσει την κάμερά του σε μια γωνία και να παρακολουθεί εξ αποστάσεως την συζήτηση, τις συγκρούσεις και τις ανατροπές, αφήνοντας τον διάλογο να κάνει τη δουλειά του. Αντ’ αυτού επιλέγει να στρέψει την κάμερά του στους χαρακτήρες του, να τους ακολουθήσει σε κάθε τους κίνηση μέσα στην αίθουσα, να συνθέσει αξέχαστα κοντινά πλάνα ανθρώπινων προσώπων από χαμηλή γωνία λήψης εμφανίζοντας κυριολεκτικά την αξία της ανθρώπινης ζωής, και το βάρος των επιλογών τους, να τα φωτίσει σχεδόν εξπρεσιονιστικά σε στιγμές κρίσιμων αποφάσεων.
Έτσι τα νοήματα, οι εντάσεις, οι αλλαγή της ατμόσφαιρας μέσα στην αίθουσα (όσο και του κλίματος έξω από αυτήν, εκεί όπου στη μέση περίπου της διαδικασίας κατά την οποία οι ένορκοι πρέπει να αποφασίσουν για την αθωότητα ή την ενοχή του κατηγορουμένου ξεσπά καταιγίδα, η οποία θα κοπάσει όταν πλέον οι ένορκοι θα έχουν πάρει την απόφαση και θα βγουν ξανά στον ήλιο) εμφανίζονται οπτικά μέσα από τις κινήσεις της κάμερας, την σύνθεση των κάδρων, τον φωτισμό και την –εκπληκτικής καθαρότητας σε κάποιες στιγμές- ασπρόμαυρη φωτογραφία.
Ο Sidney Lumet σκηνοθετεί μια ταινία ου που έχει όλα τα εφόδια για να παρουσιαστεί περισσότερο θεατρικά –όπως κάνει, για παράδειγμα, ο Roy Anderson στις δικές του ταινίες με τα άψογης αισθητικής, αλλά ακίνητα, μακρινά πλάνα του - χωρίς μάλιστα η θεατρικότητα αυτή να «στοιχίσει» τίποτα και σε κανέναν. Εντούτοις μας δίνει ένα κινηματογραφικό διαμάντι κλασσικού κινηματογράφου που μιλά (κυριολεκτικά) σε εμάς όχι μόνο μέσα από τους (ακατάπαυστους) διαλόγους του, αλλά κι άλλο τόσο μέσα από τις οπτικές κινήσεις των μορφών του σινεμά.