Ιστορίες καλοσύνης (ελληνικός τίτλος), του Γιώργου Λάνθιμου
Σενάριο: Γιώργος Λάνθιμος και Ευθύμης Φιλίππου
Σκηνοθεσία: Γιώργος Λάνθιμος
[παρουσίαση: Παναγιώτης Χαλούλος]
Μετά την ευχάριστη, με αρκετές δόσεις χιούμορ, αλλά αλλόκοτη ταινία «Poor Things», ο Γιώργος Λάνθιμος μας παρουσίασε μια ταινία, που χαρακτηρίζεται ως σκοτεινή και σουρεαλιστική, όπως οι πρώτες ταινίες του, π.χ. «Κυνόδοντας», που σε άλλους άρεσε και άλλους τους ξένισε με τις σκληρές σκηνές και το μη ρεαλιστικό σενάριο…
Συνηθίζω να γράφω για μια ταινία, που μου κίνησε το ενδιαφέρον, γιατί γράφοντας σκέφτομαι και κατανοώ καλύτερα όσα δηλώνει ή θεωρώ πως υποδηλώνει η ταινία…
Στις «Ιστορίες καλοσύνης» έχουμε τρεις ιστορίες, όπου σε καθεμία παρακολουθούμε τρία διαφορετικά είδη (kinds) καλοσύνης («Είδη Καλοσύνης» θα ήταν ίσως πιο σωστά ο τίτλος στην ελληνική). Στην πρώτη ιστορία, ένας υπάλληλος (Τζέσι Πλέμονς) καλείται να αποδείξει την πίστη και την αγάπη του στο αφεντικό του (Γουίλεμ Νταφόε). Η αφοσίωση που απαιτεί το αφεντικό από τον υπάλληλό του, που την αποκαλεί αγάπη, είναι τρομερά καταπιεστική και ασφυκτική, αφού ελέγχει κάθε ενέργεια του υφιστάμενού του, τι θα τρώει, τι θα διαβάζει, με ποια γυναίκα θα συνδέεται και αν θα κάνει σεξ μαζί της και παιδιά!... Μόνο έτσι θα έχει την «αγάπη» του, ενώ για την αφοσίωση στο πρόσωπό του προσφέρει στον υπάλληλό του τα προς το ζην, πλουσιοπάροχα μάλιστα.
Όταν όμως το αφεντικό θα του ζητήσει να κάνει κάτι, που ίσως στοιχίσει τη ζωή ενός άλλου, θα διστάσει, θα αρνηθεί. Δεν θα είναι μια απελευθέρωση η κατάσταση μετά την άρνησή του, όπως θα περιμέναμε, αισθάνεται «να είναι έξω από τα νερά του», έχει χάσει το βόλεμά του. Ως συνέπεια της άρνησής του να δείξει και πάλι υποταγή, ο υπάλληλος θα χάσει την εύνοια του αφεντικού, θα δει να διαλύεται η σχέση με τη σύζυγό του (Χονγκ Τσάου), θα αρχίσει να μη βλέπει νόημα στη ζωή του χωρίς την αποδοχή από τον προϊστάμενό του και εκδιωγμένος από την εταιρεία! Σαν σκύλος εκλιπαρεί για την επανένταξή του στην εταιρεία.
Η ζωή του είναι σαφέστατα αλλοτριωμένη. Τον βλέπουμε να συμπεριφέρεται όπως τόσα χρόνια τον είχε εκπαιδεύσει το αφεντικό, ο προϊστάμενός του. Και, ενώ γνωρίζει μια άλλη γυναίκα (Έμα Στόουν), θα καταλάβει ότι και αυτή η γνωριμία είναι κανονισμένη από τον προϊστάμενο! Καταλήγει, λοιπόν, για να γίνει αρεστός και πάλι, να ικανοποιήσει την επιθυμία-εντολή που αρνήθηκε πριν και τα καταφέρνει ξεπερνώντας τα ηθικά εμπόδια, που τον έκαναν να διστάζει. Πλήρης αλλοτρίωση!
Αυτή η καταπιεστική σχέση, που ονομάζεται «αγάπη», μπορεί να είναι αγάπη; Η αγάπη είναι δυνατό να επιβάλλεται; Σίγουρα όχι! Αυτό νομίζω πως σχολιάζει η πρώτη ιστορία με τίτλο «Ο θάνατος του R.M.F.» (Random Mother Fucker = τυχαίος μαλάκας). Ο R.M.F. (Γιώργος Στεφανάκος) δέχεται να είναι το θύμα, που μπορεί να χάσει τη ζωή του, σύμφωνα με την επιθυμία-εντολή του αφεντικού.
Πιστεύω πως οι καταστάσεις που περιγράφει η πρώτη αυτή ιστορία συμβολίζουν τις εργασιακές σχέσεις που επικρατούν στην καπιταλιστική κοινωνία που όλοι μας γνωρίζουμε και βιώνουμε, αλλοτριωμένες ανθρώπινες σχέσεις, αλλοτριωμένες ζωές οι ζωές μας!...
Η δεύτερη ιστορία με τίτλο «Ο R.M.F. πετάει» αναφέρεται σε ένα αστυνομικό (Τζέσι Πλέμονς), που η σύζυγός του (Έμα Στόουν) αγνοείται μετά από ναυάγιο κατά τη διάρκεια επιστημονικής αποστολής. Περιμένει με αγωνία να μάθει αν η γυναίκα του ζει, αλλά, όταν εκείνη επιστρέφει, διαπιστώνει πως σε κάποιες συνήθειές της είναι διαφορετική και αυτό τον κάνει να πιστεύει πως κάποια πλεκτάνη έχει δημιουργηθεί εις βάρος του και αυτή δεν είναι η πραγματική γυναίκα του! Η σκέψη αυτή θα του γίνει εμμονή, μέχρι παρανόησης. Εκείνη θα εξηγήσει, στον πατέρα της (Γουίλεμ Νταφόε), πώς έγινε και άλλαξε συνήθειες στη διατροφή της (τρώει με μανία και απόλαυση σοκολάτα, που απεχθανόταν πριν), αφότου είδε ένα όνειρο. Ο σύζυγός της, ενώ βρίσκεται σε παράνοια (τραυματίζει μάλιστα αναίτια σε ώρα υπηρεσίας πολίτη και του γλείφει σαν σκύλος το αίμα…), προσπαθώντας να απαλλαγεί από το «αντίγραφο», όπως πιστεύει, της συζύγου του, της ζητά κάθε λίγο να του μαγειρέψει κάποιο κομμάτι από το σώμα της, με στόχο να την τιμωρήσει, αφού δεν κατορθώνει να απαλλαγεί από την παρουσία της... Εκείνη, αν και είναι επώδυνο να ικανοποιήσει την επιθυμία του, για να μην πεθάνει από ασιτία, γιατί δεν δεχόταν καθόλου τροφή πλέον, θα αποδείξει την αγάπη της γι’ αυτόν εκτελώντας όσα της υποδεικνύει, μέχρι που, για να τον γιατρέψει, φθάνει, συνειδητά, στο θάνατο!
Η αυτοθυσία της συζύγου μού θυμίζει, κάπως, την περίπτωση της Άλκηστης στον αρχαιοελληνικό μύθο, που, προκειμένου να σώσει τον άνδρα της Άδμητο (από τον θάνατο εκεί, γιατί τον καταδίκασε σε θάνατο η Άρτεμις, εκτός αν άλλος δεχόταν να πάρει τη θέση του), δέχεται να πεθάνει εκείνη αντ’ αυτού, αποδεικνύοντας τη συζυγική αγάπη και αφοσίωση!
Μέσα από το όνειρο της ηρωίδας βλέπουμε ακόμα πως τα ζώα, σκύλοι εν προκειμένω, μπορεί να εκφράζουν και να δίνουν αγάπη καλύτερα από τον άνθρωπο, που πολλές φορές αποδεικνύεται βάρβαρος, απάνθρωπος, ανήθικος…
Τρίτη ιστορία: «Ο R.M.F. τρώει ένα σάντουιτς». Μια γυναίκα (Έμα Στόουν) θα εγκαταλείψει τον άνδρα της (Τζο Άλγουιν) και την κόρη, για να ακολουθήσει μια αίρεση, και μαζί με ένα άνδρα (Τζέσι Πλέμονς), μέλος της αιρετικής οργάνωσης, ψάχνουν να εντοπίσουν ένα άτομο προορισμένο να γίνει πνευματικός ηγέτης. Η γυναίκα προσπαθεί να εντοπίσει μια συγκεκριμένη κοπέλα, που έχει δει στο όνειρό της και που θα έχει το χάρισμα να δώσει ζωή σε ένα νεκρό άνδρα. Αν τη βρει, αυτή θα είναι πνευματικός ηγέτης στην αίρεση, που διευθύνεται από τον αυταρχικό και χειριστικό αρχηγό (Γουίλεμ Νταφόε) και τη σύζυγό του (Χονγκ Τσάου), όπου το σεξ επιτρέπεται μόνο εντός της κοινότητας, διαφορετικά το μέλος θεωρείται μολυσμένο και μπορεί να τεθεί εκτός της κοινότητας. Όταν η Έμιλυ εκδιωχθεί από την κοινότητα, αφού «μολύνθηκε» από το σύζυγο (ενδοοικογενειακή βία), έξω από τα κάγκελα θα χοροπηδά σαν σκύλος εκλιπαρώντας να τη δεχθούν με εξαγνισμό!... Ο R.M.F. (Γιώργος Στεφανάκος), που «αναστήθηκε», στην τελευταία σκηνή τρώει ένα σάντουιτς σε μια καντίνα…
Ο άνθρωπος θέλει να αισθάνεται ότι ανήκει σε ένα κοινωνικό σύνολο, σε μια ομάδα, μικρή ή μεγαλύτερη, και εκτός της ομάδας δεν αντέχει. Η ομάδα (πολιτικό κόμμα, θρησκευτική ομάδα-οργάνωση ή άλλου είδους) άλλοτε είναι αποδεκτή στο πλαίσιο της κοινωνίας, άλλοτε κινείται στο περιθώριό της, και πολλές φορές το άτομο θυσιάζει ακόμα και τις ηθικές αρχές, προκειμένου να αποκτήσει κύρος και αναγνωρισιμότητα μέσα στην ομάδα, εξουσία και χρήμα ή απλώς βόλεμα!. Ο τίτλος της ταινίας μοιάζει να ειρωνεύεται τη σκληρή πραγματικότητα. Μια κοινωνία δυστοπική παρουσιάζεται στην ταινία και μήπως δεν αποδεικνύεται έτσι η κοινωνία στην οποία ζούμε με τόσα άσχημα που συμβαίνουν καθημερινά;...