των Βέλλιο Λουκά-Χρήστο/ Ρόκα Εμμανουήλ-Απόστολο Μουσειολόγοι-Μουσειογράφοι
Τα τελευταία χρόνια ζούμε μια τρομακτική κατάσταση λεηλασίας και καταστροφής του πολιτιστικού πλούτο χωρών της Μέσης Ανατολής όπως είναι το Ιράκ και η Συρία. Αρχαιολογικοί χώροι και μουσεία χάνουν τον πλούτο των εκθεμάτων τους είτε λόγω κλοπής είτε λόγω προσχεδιασμένου αφανισμού με αποτέλεσμα να κινδυνεύει με τρομερές συνέπειες η αρχαιολογική έρευνα και η ανάδειξη των υλικών τεκμηρίων του παρελθόντος. Ιδιαίτερα με τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία-μια χώρα με πανάρχαια ιστορία και τεράστια πολιτιστική παράδοση- αρχαιολογικά κομμάτια ανεκτίμητης αξίας παίρνουν τον δρόμο του εξωτερικού για να κοσμήσουν αίθουσες μεγάλων μουσείων της Δύσης ή στη χειρότερη περίπτωση καταστρέφονται συστηματικά -εκτός των άλλων- και για πολιτικούς λόγους από τις δυνάμεις ακραίων Ισλαμιστών του ISIS (=Islamic State of Iraq and Syria) και όχι μόνο. Εξαίρεση δεν αποτελούσε λίγα χρόνια παλαιότερα ούτε το Ιράκ με τις Αμερικανικές δυνάμεις εισβολής να προβαίνουν σε πολιτιστικό έγκλημα τεραστίων διαστάσεων κλέβοντας αρχαιότητες από μουσεία της Βαγδάτης και εξαφανίζοντας ό, τι εκείνες ήθελαν.
Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να αναλύσω όσο γίνεται πιο ικανοποιητικά την τρέχουσα κατάσταση στις προαναφερθείσες χώρες της Μέσης Ανατολής και τους στόχους της λεηλασίας του πολιτισμού τους, ενώ θα προβούμε και σε μια σύντομη ιστορική αναδρομή παλαιότερων και παρόμοιων περιπτώσεων.
Παράδειγμα καταστροφής μνημείου από Τζιχαντιστές
Ιστορική αναδρομή κατάστασης πολιτιστικών αγαθών σε καιρό πολέμου
Μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο τα πολιτιστικά αγαθά μετά το πέρας των εχθροπραξιών αποτελούσαν λάφυρο του νικητή με χαρακτηριστικές περιπτώσεις τρία παραδείγματα.
Κατά την αρχαία εποχή, οι διάφοροι ρωμαϊκοί θρίαμβοι αποτελούσαν επίδειξη της ισχύος του Ρωμαϊκού κράτους απέναντι σε κατακτημένους λαούς με τα πολιτιστικά τεκμήρια των οποίων γιορταζόταν η πολιτική και πολιτιστική ανωτερότητα των Ρωμαίων. Η όλη τελετή είχε και συμβολική σημασία με το πέρασμα του μηνύματος ότι πλέον είχαν αλλάξει οι σχέσεις ισχύος μεταξύ της Ρώμης και των υπολοίπων λαών και ότι το κύρος της είχε αναβαθμιστεί στα μάτια άλλων ηγεμόνων. Με λίγα λόγια, η λεηλασία και τα επακόλουθα λάφυρα αποτελούσαν δικαίωμα του νικητή.
Η όλη κατάσταση δεν θα μεταβληθεί ιδιαίτερα ούτε αιώνες αργότερα με τον Γάλλο αυτοκράτορα Ναπολέοντα να προχωράει στις ίδιες πρακτικές μετά τις μάχες του. Η διαφορά σε σύγκριση με τους Ρωμαϊκούς θριάμβους ήταν ότι πλέον υπήρχε συστηματικότητα στην κλοπή, ταξινόμηση, καταγραφή και μεταφορά των αρχαιοτήτων με τη βοήθεια ειδικευμένου σώματος επιστημόνων που συνόδευε το στρατό. Μάλιστα για να δοθεί μεγαλύτερη επισημότητα και νομιμότητα στις εν λόγω πρακτικές θεσπίστηκαν συγκεκριμένοι όροι με τα συμβαλλόμενα μέρη στις συνθήκες που υπογράφηκαν. Έτσι πολλά έργα τέχνης από όλη την Ευρώπη σχεδόν και όχι μόνο κατέληξαν να κοσμούν το νεοσύστατο τότε μουσείο του Λούβρου, ενώ βέβαια δεν έλειπε από τους στόχους του Ναπολέοντα ούτε και τότε η συμβολική πτυχή της λεηλασίας: η αύξηση του κύρους της Γαλλίας παγκόσμια και ότι το Παρίσι κατελάμβανε την πολιτική και πολιτιστική θέση της αρχαίας Ρώμης σε αντιδιαστολή με τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Μάλιστα είναι σημαντικό να τονιστεί η πίστη εκείνη την εποχή πως η έκθεση έργων στα Γαλλικά μουσεία θα εκπαίδευε τους Γάλλους πολίτες στις αρχές της Δημοκρατίας και θα αποδείκνυε την υπεροχή της απέναντι στις άλλες μοναρχίες, εφόσον οι Τέχνες και οι Επιστήμες αποτελούν σημαντικότατες κατακτήσεις της νίκης και της ελευθερίας.
Κατά τον 20ο αιώνα και κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, το ναζιστικό κόμμα κινήθηκε σε παρόμοια γραμμή αντιμετώπισης της λείας πολέμου. Πιο συγκεκριμένα, λίγο πριν τον πόλεμο είχε σχεδιαστεί η καταστροφή και η λεηλασία των πολιτιστικών αγαθών από το ναζιστικό στρατιωτικό επιτελείο σε περίπτωση νίκης και καταστρώθηκαν σχέδια εντοπισμού τέχνεργων που αντιπροσώπευαν το Γερμανικό πνεύμα, τόπων όπου εκείνα βρίσκονταν και άντλησης ανάλογων πληροφοριών. Αργότερα θα ερχόταν και η ενδεικνυόμενη επιστημονική καθοδήγηση του στρατού προς επίτευξη των σκοπών αυτών. Είναι απαραίτητο να υπογραμμισθεί πως η ουσία και η σημασία των παραπάνω αντιλήψεων εδράζονταν στην εντύπωση ότι τα μνημεία και ο πολιτισμός συγκεκριμένων και κατώτερων κατά τους ναζιστές εθνικών ομάδων έπρεπε να αφανιστούν με παράλληλες απελάσεις και εκτελέσεις όσων ανήκαν σε αυτές. Με την στέρηση άλλωστε των υλικών τεκμηρίων του παρελθόντος τους χανόταν και ένα μεγάλο μέρος της εθνικής μνήμης τους1 , ενώ τονίζονταν η σπουδαιότητα και η υπεροχή του Γερμανικού πνεύματος με την μεταφορά όσων γίνεται περισσότερων «άξιων» και πληρώντας τα άρια πρότυπα έργων τέχνης στην πολιτιστική κοιτίδα τους, τη Γερμανία.
Οι Ναζί έδωσαν τεράστια σημασία στην αρπαγή κινητών μνημείων, ενώ υπάρχουν μαρτυρίες που αναφέρουν ότι Εβραίοι πουλούσαν αντικείμενα των συλλογών τους για να γλυτώσουν την ζωή τους
1 Ανάλογες πολιτιστικές καταστροφές με σκοπό την απώλεια την εθνικής μνήμης και των ιστορικών δεσμών ενός λαού με τη γη του εφαρμόστηκαν και κατά την γενοκτονία των Αρμενίων από τους Τούρκους πιο πριν
Τι συνέβη στο Ιράκ;
Πριν προχωρήσουμε στη λεηλασία των Ιρακινών μουσείων από τις «απελευθερώτριες» Αμερικανικο-βρετανικές δυνάμεις εισβολής στο Ιράκ το 2003, αξίζει να αναφερθεί πως το μόνο ιστορικό προηγούμενο παρόμοιας καταστροφής της πόλης της Βαγδάτης αποτέλεσε η μογγολική επιδρομή στη πόλη τον 13ο αιώνα οπότε κατά μαρτυρίες ο ποταμός Τίγρης βάφτηκε μαύρος από το μελάνι των βιβλίων που ρίχτηκαν σε αυτόν. Αιώνες μετά η διεθνής κοινότητα και τα κράτη μεγάλης ισχύος δεν θέλησαν αποφασιστικά να αποτρέψουν την κλοπή, καταστροφή και αρπαγή των αρχαιοτήτων του Ιράκ. Με το πρόσχημα της πτώσης του αυταρχικού καθεστώτος του δικτάτορα Σαντάμ Χουσεΐν και των πολιτικών ελευθεριών που θα παραχωρούνταν στον Ιρακινό λαό, επιστημονικό προσωπικό και στρατός προέβησαν σε ένα πολιτιστικό έγκλημα που έχει αφήσει τα σημάδια του στον τόπο μέχρι και σήμερα.
Την άνοιξη του 2003 ο ουρανός της ιστορικότατης πόλης της Βαγδάτης γέμισε καπνό από τη φωτιά που κατέτρωγε την Εθνική Βιβλιοθήκη. Μέσα στην ατμόσφαιρα της γενικής βίας δεκάδες μουσεία, βιβλιοθήκες και πνευματικά ιδρύματα λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν υπό το άγρυπνο βλέμμα των Δυτικών «σωτήρων», ενώ και άλλες πόλεις όπως η Μοσούλη έγιναν μάρτυρες παρόμοιων σκηνών χάους. Το αξιοπερίεργο παρ’ όλα αυτά της υπόθεσης δεν είναι οι καταστροφές αυτές καθαυτές, αλλά το ότι η χώρα είχε ήδη απελευθερωθεί από τα δεσμά της Σανταμικής εξουσίας και ό, τι έγινε πραγματοποιήθηκε με τον Αμερικανικό στρατό να παραμένει αδρανής ενώ θα μπορούσε να κάνει πολλά.
Όταν ήρθε η ώρα της καταμέτρησης των απωλειών, λόγω της υπολειτουργίας των κρατικών δομών, της συχνής πτώσης του ηλεκτρικού ρεύματος, της γενικότερης ανοργανωσιάς και κυρίως εξαιτίας της λεηλασίας των πηγών τεκμηρίωσης των απολεσθέντων εκθεμάτων, κατέσθη πολύ δύσκολη έως αδύνατη η καταγραφή. Ντόπιοι και ξένοι επιστήμονες όπως αρχαιολόγοι, βιβλιοθηκονόμοι, ιστορικοί κτλ παντού αντίκριζαν εικόνες χάους και σωρούς κειμηλίων και χειρογράφων αιώνων. Μια διευκόλυνση στο έργο της καταγραφής θα ήταν η αποθησαύριση των πληροφοριών πριν τον πόλεμο, αλλά ακόμα και οι χειρόγραφες καρτέλες καταλογογραφήσης μαζί με τις πηγές ηλεκτρονικής τεκμηρίωσης με το υλικό που ήταν συγκεντρωμένο τις παραμονές της καταστροφής συγκαταλέγονται ανάμεσα στις απώλειες. Οι μόνοι χώροι όπου μεταφέρθηκαν μερικές συλλογές προκειμένου να παραμείνουν αλώβητες υπήρξαν - λόγω του κύρους τους- τα τζαμιά. Εκεί όμως οι θρησκευτικοί παράγοντες δεν εμπιστεύονταν τους ξένους ερευνητές καθότι τους αντιμετώπιζαν με καχυποψία και γι’ αυτό δεν τους επέτρεπαν την αναλυτική έρευνα, καταγραφή και φωτογράφηση των αρχαιοτήτων.
Σημασία πρέπει να δοθεί στο ότι το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Βαγδάτης λεηλατήθηκε σε δύο φάσεις, κάτι το οποίο ίσχυσε και σε άλλες περιπτώσεις μουσείων: σε πρώτη φάση στο μουσείο έμπαιναν γνώστες των πρωτότυπων εκθεμάτων και των εκθεμάτων-αντιγράφων, τα ξεχώριζαν και εντόπιζαν τους στόχους τους. Σε δεύτερη φάση, άτομα εφοδιασμένα με τον κατάλληλο εξοπλισμό (ο οποίος βάσει μαρτυριών ήταν αγορασμένος από το εξωτερικό) έκοβαν με ειδικούς κόφτες το τζάμι των προθηκών και άρπαζαν τις αρχαιότητες. Για να ολοκληρωθεί η λεηλασία, οι άρπαγες προχώρησαν και στις αποθήκες του μουσείου από όπου έκλεψαν και από εκεί πολιτιστικούς θησαυρούς. Δεν είναι σίγουρο κατά πόσον οι πόρτες των αποθηκών ανοίχτηκαν με κλειδί από κάποιο άτομο του μουσείου ή παραβιάστηκαν, μια υπόνοια η οποία οδηγεί αναπόφευκτα σε ποικίλες ερμηνείες και υποψίες. Μέσα στο χάος ο όχλος της Βαγδάτης εισέβαλε στο μουσειακό χώρο καταστρέφοντας ό, τι δεν μπορούσε να πάρει. Αρκετοί Ιρακινοί πολίτες μάλιστα θεώρησαν πως αυτός ο όχλος απαρτιζόταν από κοινούς εγκληματίες, οι οποίοι επωφελήθηκαν των πολιτικών δρώμενων της καθεστωτικής κατάρρευσης2 . Βάσει επίσημων εκτιμήσεων έχει περισωθεί περίπου το 50%-70% της συλλογής της Εθνικής Βιβλιοθήκης, μεγάλο μέρος της συλλογής των Εθνικών Αρχείων και μικρό μέρος της συλλογής της Βιβλιοθήκης Αλ Ακάφ του Υπουργείου Θρησκευτικών Θεμάτων (τα Αρχεία και η Βιβλιοθήκη Αλ Ακάφ- βρίσκονται κοντά στην Εθνική Βιβλιοθήκη- επίσης λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν).
Από τις πρώτες ημέρες των καταστροφών Παγκόσμιοι Πολιτιστικοί Οργανισμοί όπως η UNESCO, το ICOM, το ICOMOS, η ICA κτλ κάλεσαν την διεθνή κοινότητα και το επιστημονικό προσωπικό της να επιληφθούν της κατάστασης ώστε να ευαισθητοποιηθούν όσο γίνεται περισσότεροι άνθρωποι και να σωθούν οι πολιτιστικοί θησαυροί του Ιράκ, ενώ όσον αφορά τους πλιατσικολόγους, οι επιστήμονες συμφωνούν να τους δοθούν κίνητρα επιστροφής των κλεμμένων αρχαιοτήτων όπως η υπόσχεση ατιμωρησίας ή και η παροχή μικρής αμοιβής, εφόσον τα κλοπιμαία βρίσκονται σε καλή κατάσταση και συμπληρώνουν επαρκώς τις συλλογές στις οποίες ανήκουν, σε συνδυασμό με την υπόσχεση επιβολής κυρώσεων αργότερα. Τα χειρόγραφα, το αρχειακό υλικό και τα άλλα αντικείμενα που βρίσκονται και φυλάγονται προσωρινά στα τζαμιά, καλό είναι να παραμείνουν εκεί, εφόσον προφυλάσσονται στοιχειωδώς και οι συνθήκες φύλαξης (όπως η εγκατάσταση κλιματισμού με αυτόνομη γεννήτρια, η απεντόμωση κτλ), βοηθούν στην διατήρησή τους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν πρέπει οι αρμόδιοι φορείς να μεριμνήσουν για την πλήρη καταλογογράφηση των αντικειμένων που σώθηκαν ώστε να αποκτήσουν μια πιο πλήρη εικόνα των απωλειών και για την επισκευή των κατεστραμμένων βιβλιοθηκών και μουσείων ή τη δημιουργία νέων.
Οι Αμερικανικές και οι Βρετανικές στρατιωτικές αρχές ήταν υπεύθυνες της καταστροφής από την στιγμή που δεν προσπάθησαν καν να αποτρέψουν την λεηλασία και έσπευσαν να προστατεύσουν τα Υπουργεία Πετρελαίου και Εσωτερικών, ενώ η παρουσία ενός άρματος και μερικών στρατιωτών θα ήταν αρκετά ώστε να περιοριστούν οι απώλειες των μουσείων και των βιβλιοθηκών στο minimum. Οι εκπρόσωποι Τύπου της στρατιωτικής διοίκησης στις ανάλογες ερωτήσεις των δημοσιογράφων συνεχώς απαντούσαν πως δεν είχαν τέτοιες εντολές....3
[2] Ο λέκτορας της Νομικής Σχολής Μπαράκ Τζαβάντ λίγες μέρες μετά την λεηλασία και πυρπόληση του Πανεπιστημίου της Βασόρας (η βιβλιοθήκη του οποίου καταστράφηκε) έδειχνε στους δημοσιογράφους την αφίσα και το άγαλμα του Σαντάμ Χουσεϊν ανέγγιχτα στη θέση τους ανάμεσα στα κατεστραμμένα κτίρια αφήνοντας υπονοούμενα περί «μανιασμένου» όχλου και κοινών εγκληματιών...
[3] Η καταστροφική αμέλεια που επιδείχθηκε από τον στρατό κατοχής δεν προκαλεί τόση εντύπωση από την στιγμή που η κυβέρνηση του Τζ. Μπους ήταν η μόνη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που προχώρησε στις μεγαλύτερες περικοπές όσον αφορά την χρηματοδότηση στον προϋπολογισμό βιβλιοθηκών, ερευνητικών κέντρων και άλλων πνευματικών ιδρυμάτων
Η περίπτωση της Συρίας 4
Περνώντας στην ανάλυση της πολιτιστικής λεηλασίας της Συρίας πρέπει να τονίσουμε εξ’ αρχής ότι αυτή η χώρα αποτελεί ένα μέρος με πανάρχαια ιστορία και με έντονο το Ελληνικό και Χριστιανικό Ορθόδοξο πολιτιστικό στοιχείο το οποίο κυριαρχούσε εκεί για τουλάχιστον 9 αιώνες. Τα εδάφη της συνιστούσαν για πολλές δεκαετίες επίσης τον πυρήνα της Αραβικής βασιλικής δυναστείας των Ομμεϋαδών αποτελώντας πηγή πλούτου, μεγαλοπρέπειας και ισχύος ενώ οι Χαλίφες της μας άφησαν μνημεία αξεπέραστης ομορφιάς. Τεμένη, αγορές, βυζαντινές εκκλησίες και κάστρα μας αφηγούνται την πολυπολιτισμική ιστορία της περιοχής. Δυστυχώς με το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου μεταξύ των στρατιωτικών δυνάμεων του Προέδρου της χώρας Μπασάρ αλ Άσαντ και αυτών του Ισλαμικού Κράτους, στη χώρα έχουν εμπλακεί και οι υπερδυνάμεις του κόσμου κοιτώντας τα δικά τους οικονομικο-πολιτικά συμφέροντα. Τουλάχιστον 2.000.000 Σύριοι πολίτες έχουν αναζητήσει σωτηρία σε άλλες χώρες, ενώ τουλάχιστον 200.000 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους από την αρχή των εχθροπραξιών.
Αν και Διεθνείς Πολιτιστικοί Οργανισμοί όπως η ICOMOS και η UNESCO προσπαθούν να μεσολαβήσουν ώστε να γίνει σεβαστή η πολιτιστική κληρονομιά της χώρας, όχι μόνο για λόγους ιστορικούς και καλλιτεχνικούς αλλά και για οικονομικούς εφόσον ο τουρισμός αποτελεί κύρια πηγή πλούτου για τον τόπο, δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια ευοίωνη προοπτική.
Οι βομβαρδισμοί του Χαλεπίου (το οποίο περιλαμβάνεται στον κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO από το 1986) και άλλων πόλεων με πυραύλους έχουν προκαλέσει τεράστιες απώλειες στα τοπικά πνευματικά ιδρύματα και μνημεία, ενώ μία αρχαία πόλη κόσμημα η οποία προστατεύεται επίσης με Διεθνείς Συμβάσεις- αυτή της Παλμύρας- έχει υποστεί τρομακτικές φθορές από τον ISIS εξαιτίας της χρήσης εκρηκτικών με αποτέλεσμα να μην φυλάσσεται και να βρίσκεται στο έλεος των αρχαιοκάπηλων. Φρίκη επιπλέον προκαλεί το ότι και οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές έχουν χρησιμοποιήσει αρχαία φρούρια για στρατιωτικούς σκοπούς χωρίς καμία ευαισθησία. Ο στρατός του Άσαντ έχει τοποθετήσει ακόμα και ελεύθερους σκοπευτές στην Ακρόπολη του Χαλεπίου, ένα από τα παλαιότερα κάστρα στον κόσμο.
[4] Εισαγωγικά ας αναφέρουμε ότι σύμφωνα με την Ένωση για την προστασία της Συριακής αρχαιολογίας τουλάχιστον 900 μνημεία ή αρχαιολογικοί χώροι έχουν «υποστεί ζημιές και καταστραφεί» από τις από την έναρξη του πολέμου το 2011. Πιο συγκεκριμένα και για να υπάρχει μια εικόνα της κατάστασης, το Ινστιτούτο των Ηνωμένων Εθνών για την Εκπαίδευση και την Έρευνα (UNITAR) έχει διαπιστώσει ότι 24 μνημεία πολιτισμού στη Συρία έχουν καταστραφεί ολοσχερώς, 189 έχουν υποστεί πολύ μεγάλες ή αρκετά μεγάλες ζημιές και 77 έχουν πιθανώς υποστεί ζημιές
Επιτάφιοι πύργοι τριών έως πέντε ορόφων, ρωμαϊκά θέατρα, δρόμοι, κατοικίες και επιγραφές της Παλμύρας βρίσκονται στο έλεος των αντιμαχόμενων δυνάμεων, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες τανκς του Συριακού Στρατού έκαναν...παρελάσεις σε Ρωμαϊκές στοές αρχαίας πόλης. Από την μανία του πολέμου δεν γλύτωσε ούτε το Σταυροφορικό Μεσαιωνικό ιπποτικό κάστρο Crac des chevaliers (και αυτό Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς), χτισμένο κατά τον 12ο-13ο αιώνα και δείγμα εξαιρετικής Μεσαιωνικής οχυρωματικής αρχιτεκτονικής, το οποίο μάλιστα πρόλαβαν οι συγκρούσεις τον καιρό της αναστήλωσής του και μετά την φυγή των επιστημόνων μετατράπηκε σε στρατώνα...
Το Crac des chevaliers
Πέραν της καταστροφής στη Συρία, υπήρξαν υποδείγματα ανθρώπων που έδωσαν μήνυμα αντίστασης απέναντι στην βαρβαρότητα του πολέμου και τους ακραίους εξτρεμιστές του Ισλαμικού Κράτους. Επιγραμματικά αξίζει να αναφερθούν κάποια παραδείγματα των ατόμων αυτών:
- Η δικηγόρος Samira El Nuaimi, που βασανίστηκε και εκτελέστηκε από τους αντάρτες του Ισλαμικού Κράτους στη Μοσούλη το Σεπτέμβριο 2014,
- Δεκατέσσερα στελέχη της Υπηρεσίας Αρχαιοτήτων της Συρίας τα οποία βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν επειδή αρνήθηκαν να συνεργαστούν με τους εξτρεμιστές, ενώ
- Κορυφαίο είναι το παράδειγμα του παγκόσμιας φήμης αρχαιολόγου Khaled al Assad, διευθυντή αρχαιοτήτων της Παλμύρας, ο οποίος αρνήθηκε να συνεργαστεί και να αποκαλύψει το μέρος όπου φυλάσσονταν αντικείμενα τέχνης με αποτέλεσμα να βασανιστεί και να αποκεφαλιστεί στον αρχαιολογικό χώρο της Παλμύρας τον Αύγουστο του 2015.
Για ποιο λόγο το Ισλαμικό Κράτος (ISIS) καταστρέφει και λεηλατεί;
Το Ισλαμικό Κράτος δεν ενδιαφέρεται να παίξει τον ρόλο του προστάτη και του συλλέκτη έργων τέχνης στις περιοχές που ελέγχει. Ο μόνος στόχος που έχει είναι να εκμεταλλευθεί τον πολιτιστικό πλούτο της Συρίας προκειμένου να προωθήσει τα στρατηγικά και επιχειρησιακά του σχέδια, να έχει οικονομικό όφελος από το παράνομο εμπόριο αρχαιοτήτων και να αυξήσει την επιρροή του στον τόπο. Στη συνέχεια θα προβούμε σε μια συνοπτική ανάλυση όσων μόλις γράφτηκαν.
Με την προβολή καταστροφής των μνημείων και την εκκαθάριση από ξένες επιρροές ο ISIS επιδιώκει την μείωση τυχόν ρεύματος υποστήριξης των πιστών του προς τη Δύση, ενώ «καθαρίζει» τον χώρο δράσης του από ξένους και ανεπιθύμητους επισκέπτες. Καταστρέφοντας τα Σιϊτικά Ισλαμικά μνημεία αποδυναμώνει την παρουσία των Σιϊτών στην περιοχή, καθώς τους θεωρεί αιρετικούς και υποστηρικτές του καθεστώτος Άσαντ, χωρίς να λείπουν από τον όλο σχεδιασμό και τα παιχνίδια συμμαχίας μεταξύ της Σιϊτικής κοινότητας και των Η.Π.Α. Ας μην ξεχνιέται εξάλλου πως με την πτώση του Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ εκτοπίστηκε η δρούσα σουνιτική παρουσία στην ευρύτερη περιοχή, με αποτέλεσμα να υπάρχει μέχρι σήμερα τεράστια αντιπαράθεση μεταξύ των δύο Ισλαμικών πόλων. Με την καταστροφή μεσαιωνικών Αρμενικών και Χριστιανικών Ορθόδοξων μνημείων στη χώρα το Ισλαμικό Κράτος εξαλείφει την πολιτιστική κληρονομιά θρησκευτικών ομάδων τις οποίες θεωρεί άπιστες και δυνητικά επικίνδυνες για τα συμφέροντά του στην ευρύτερη περιοχή λόγω των σχέσεών τους με τον υπόλοιπο Χριστιανικό κόσμο. Τέλος, επιλέγει να καταστρέφει προϊσλαμικά υλικά τεκμήρια εφόσον τα θεωρεί ανάξιας σημασίας και παγανιστικό «αγκάθι» στις διδασκαλίες του Ισλάμ.
Όσον αφορά το οικονομικό σκέλος του θέματος, το παράνομο εμπόριο και η φορολόγηση ακόμα των αρχαιοτήτων παρέχει τις δυνατότητες στους αντάρτες να χρηματοδοτούν συνεχώς τις επιχειρήσεις τους, να ιδρύουν υποδομές κοινωνικής ωφέλειας στα εδάφη που ελέγχουν (π.χ. νοσοκομεία) με σκοπό να ιδρύσουν de facto κράτος και να προβάλλουν το «φιλανθρωπικό» προσωπείο τους προς το εξωτερικό για προπαγανδιστικούς λόγους χωρίς να σταματούν να προσλαμβάνουν συνεχώς νέα μέλη στην ομάδα τους. Βέβαια δεν πρέπει να παραβλέπεται και η οικονομική ανεξαρτησία του ISIS από διάφορους και ίσως ανεπιθύμητους χορηγούς.
Με την δημόσια προβολή των καταστροφών επιδιώκεται η στρατολόγηση νέων μελών στις τάξεις του Ισλαμικού αντάρτικου στρατού κυρίως από τη Δύση, εφόσον είναι δυνατό να επηρεαστούν ατομικά όσοι έχουν κουραστεί από τον Δυτικό τρόπο ζωής και επιθυμούν μια διαφορετική οπτική της ζωής –και ίσως πιο βίαια και ριζοσπαστική- και δεν ακολουθούν τις ηθικές, κοινωνικές και θρησκευτικές αξίες του Δυτικού κόσμου. Δεν τίθεται αμφισβήτηση ότι αρκετοί Ισλαμιστές μαχητές προέρχονται και από χώρες κοινής ή και παραπλήσιας θρησκείας και κουλτούρας.
Επίλογος
Αν και έχουν ψηφιστεί τις τελευταίες δεκαετίες Διεθνείς Συνθήκες Προστασίας της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, δυστυχώς υπάρχουν ακόμα κράτη και ομάδες ατόμων που τις καταπατούν για μικροπολιτικά οφέλη όπως αναλύσαμε παραπάνω. Τα μνημεία-είτε αυτά είναι κατασκευασμένα στη σύγχρονη εποχή, είτε ανήκουν στην αρχαία περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας- αποτελούν πόλους έλξης και μάθησης εκατομμυρίων ανθρώπων που τα επισκέπτονται κάθε χρόνο με σκοπό να θαυμάσουν την καλαισθησία τους, χωρίς να υπολογισθούν και τα ανάλογα οικονομικά οφέλη της χώρας που τα διατηρεί από την άνοδο του τουριστικού κύματος. Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας -η οποία δεν φιλοξενεί βαριές βιομηχανίες στα εδάφη της- ο τουρισμός και η κατάλληλη συντήρηση των μνημείων και των αρχαιοτήτων που συνεχώς ανακαλύπτονται είναι τα μέσα τεράστιας οικονομικής ώθησης και πνευματικής ανέλιξης της εγχώριας κοινωνίας. Η σωστή μελέτη και προπαντός η ανάδειξη του ανθρώπινου πολιτισμού μέσω των μουσείων και των άλλων πολιτιστικών φορέων θα βοηθήσει ένα μεγάλο μέρος «ξεχασμένων» και ολιγομελών εθνικών και κοινωνικών ομάδων να ανακαλύψει τις ρίζες του και να αποκτήσει το κατάλληλο πολιτιστικό φορτίο ώστε να συνειδητοποιήσει την εθνική του ταυτότητα και να αφήσει το στίγμα του στην κοινωνία όπου ζει.
Σε κρατικό επίπεδο πολλών κρατών δυστυχώς δεν υπάρχουν οι παραπάνω δυνατότητες. Η διατάραξη της ειρήνης στη Μέση Ανατολή νομίζουμε ότι αποτελεί την κυριότερη αιτία της μη προβολής και επιστημονικής μελέτης τοπικών πολιτισμών, ενώ η οικονομική καχεξία της περιοχής, συγκριτικά με τη Δύση, συνιστούσε πάντα ένα μεγάλο πρόβλημα για την ομαλή λειτουργία των κοινωνικών δομών. Στρατοί εισβολής, αντάρτες και η απαιδευσία ενός τμήματος του πληθυσμού συνιστούν την εικόνα καταστροφής έργων τέχνης του Ιράκ πιο παλιά και της Συρίας σήμερα και οι αρχαιολογικές έρευνες δικαιολογημένα έχουν βαλτώσει. Εάν δεν ευαισθητοποιηθούν οι πολίτες των παραπάνω χωρών σχετικά με τα πολιτιστικά τους μνημεία και δεν αντιταχθούν με τον τρόπο που μπορούν στο παράνομο εμπόριο ευρημάτων της αρχαιολογικής σκαπάνης και την ηθελημένη καταστροφή τους θα υπάρχει πάντα αιμορραγία και σε κρατικά έσοδα αλλά και στην επιστημονική αρχαιολογική έρευνα με συνέπειες για όλους.
Πηγές
Ε Ιστορικά, τ. 210, Τα αρχαία μνημεία του Ιράκ, 2003, Εφημερίδα Ελευθεροτυπία
Το Βήμα, Μαρία Θερμού, Ιστορία επτά χιλιάδων ετών καταστρέφεται στη Συρία,ημερομηνία δημοσίευσης: 23/8/2012 http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=471666
Newsbomb, Ρούλα Κοτσέτα, Από τη Συρία ως το Ιράκ: Τα μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς που έχουν καταστρέψει οι τζιχαντιστές, ημερομηνία δημοσίευσης: 30/11/2016 http://www.newsbomb.gr/kosmos/news/story/750459/apo-ti-syria-os-to-irak-ta-mnimeia-politistikis-klironomias-poy-exoyn-katastrepsei-oi-tzixantistes
Η Αυγή, Συρία: Αφανίζει μνημεία πολιτισμού ο εμφύλιος, ημερομηνία δημοσίευσης: 24/12/ 2014 http://www.avgi.gr/article/5166580/suria-afanizei-mnimeia-politismou-o-emfulios
Iefimerida, Σοφία Αυγερινού-Κολώνια, Η επέλαση των τζιχαντιστών στη Συρία -Τα μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς που κατέστρεψαν, ημερομηνία δημοσίευσης: 07/10/2016 http://www.iefimerida.gr/news/293093/i-epelasi-ton-tzihantiston-sti-syria-ta-mnimeia-politistikis-klironomias-poy
Αρχαιολογία και Τέχνες, Βασιλική Γεωργοπούλου, Η καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς από το ISIS ως απειλή ασφάλειας: Η αντίδραση της διεθνούς κοινότητας, ημερομηνία δημοσίευσης: 22/11/2016 http://www.archaiologia.gr/blog/2016/11/22/%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%BF%CF%86%CE%AE-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82-%CE%BA%CE%BB%CE%B7%CF%81%CE%BF%CE%BD-2/