Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Μετανάστευση στις 18 Δεκεμβρίου η ελληνική αποστολή του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης διοργάνωσε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Μετανάστευσης.
Από τις 14 – 18 Δεκεμβρίου το Αθηναϊκό κοινό είχε την ευκαιρία να απολαύσει με ελεύθερη είσοδο 20 μοναδικές ταινίες απ’ όλον τον κόσμο, με θέμα τη μετανάστευση, στο Σεράφειο του δήμου Αθηναίων. Ανάμεσά στις ταινίες που μας συγκίνησε και μας προβλημάτισε είναι η ταινία KRISI της Βίβιαν Παπαγεωργίου. Πρόκειται για μία λυρική ταινία βασισμένη στο έργο του Δάντη, «Κόλαση». Η ταινία πραγματεύεται την ψυχή που υποφέρει στη γη, σε αυτήν και στην επόμενη ζωή.
Πώς ήταν η εμπειρία σας στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Μετανάστευσης που διοργανώθηκε για πρώτη φορά στην Αθήνα;
Ένα φεστιβάλ το φτιάχνουν οι άνθρωποι και οι ταινίες. Και ήταν και τα δύο υπέροχα! Είδα εξαιρετικές ταινίες, ευαίσθητες και συγκινητικές. Και οι άνθρωποι του φεστιβάλ όμως ήταν το ίδιο εξαιρετικοί! Πολύ ζεστή φιλοξενία των ταινιών μας και φροντίδα να προβληθούν με τον καλύτερο τρόπο. Εύχομαι το φεστιβάλ και η προσπάθεια που κάνει μέσα απ’ αυτό ώστε να ευαισθητοποιήσει το ευρύ κοινό σε θέματα μετανάστευσης να συνεχίσει το ίδιο δυναμικά και τα επόμενα χρόνια. Ευχή όλων βέβαια –σε έναν ιδανικό κόσμο- να πάψει να υπάρχει ο λόγος ύπαρξης ενός τέτοιου φεστιβάλ.
Πιστεύετε ότι το Αθηναϊκό κοινό βιώνει μία KRISI;
Δεν πιστεύω πως το Αθηναϊκό κοινό μόνο βιώνει μια Κρίση, πιστεύω πως ο πλανήτης την βιώνει στο σύνολο του. Από περιβαλλοντική μέχρι κοινωνική. Ο κόσμος γύρω μας καίγεται. Άλλοτε κυριολεκτικά όπως οι φωτιές στον Αμαζόνιο κι άλλοτε μεταφορικά όπως οι εξεγέρσεις και οι διαδηλώσεις από το Λίβανο και την Κίνα ως την Λατινική Αμερική. Κι ας μην μιλήσουμε για τις εμπόλεμες ζώνες… Θεωρώ πως δυστυχώς βιώνουμε μια τεράστια κρίση –όχι μόνο οικονομική- που μας αφορά όλους ακόμη κι αν είναι στην άλλη άκρη του κόσμου. Νιώθω συχνά πως αντί να εξελισσόμαστε, κυριαρχεί μια οπισθοδρόμηση και εισβάλει στις κοινωνίες μας ένα συντηρητισμός που με τρομάζει.
Η ταινία σας είναι μία αλληγορία, βασισμένη στην «Κόλαση» του Δάντη. Πώς εμπνευστήκατε τη σύλληψη της συγκεκριμένης ιδέας;
Την ιδέα της είχα από το ’15 όταν μετά από 5 χρόνια κρίσης θέλησα να εκφράσω αυτήν την πίεση που βίωνα. Στη συνέχεια ξέσπασε κι αυτό το φοβερό μεταναστευτικό ρεύμα και θέλησα να το εντάξω στην ταινία καθώς το θεωρώ μέρος της κρίσης. Η σκηνοθετική ιδέα γύρω από αυτό ήταν να συνδέσω το κείμενο του Δάντη με το σήμερα, δημιουργώντας ένα παιχνίδι γύρω από την διπλή έννοια της λέξης κρίση. Σε ποια κρίση αναφέρεται η ταινία, στην κρίση την τωρινή ή την μετά θάνατον; Και εν τέλει ποιος υποφέρει; Οι ψυχές των νεκρών ή των ζωντανών; Με την πολύτιμη συμβολή του συνθέτη μας Αθανάσιου Νάστου και του αφηγητή και λυρικού τραγουδιστή μας Τάσου Αποστόλου η ταινία πήρε αυτή την ποιητική μορφή που είδε το κοινό. Την ταινία την θεωρώ κατά βάση πολιτική. Όχι με την κομματική έννοια αλλά από την άποψη πως την έφτιαξα ως ένα σχόλιο για την τρέχουσα επικαιρότητα. Δεν εκφράζομαι ποτέ δημόσια πολιτικά, ότι έχω να πω θέλω να το λέω με το έργο μου.
Ποιο είναι το βασικό μήνυμα το οποίο θέλετε να επικοινωνήσετε στο κοινό μέσω της ταινίας;
Η ταινία αυτή σίγουρα δεν είναι μια ‘εύκολη’ ταινία στην ανάγνωσή της. Αυτό δεν σημαίνει πως την έφτιαξα για να απευθυνθώ σε ειδικό κοινό. Προσπάθησα με τον τρόπο που επέλεξα σκηνοθετικά, να μην είναι ταινίας καταγγελίας ή διδακτική και ο στόχος μου ήταν κυρίως να προβληματίσω και ίσως να καταφέρω –ιδανικά- να συγκινήσω τον θεατή. Όπως ανέφερα σχετικά με την παγκόσμια κρίση που βιώνουμε, αναρωτιέμαι συχνά που βρίσκεται ένας καλλιτέχνης σε όλο αυτό. Σίγουρα δεν μπορεί να σώσει τον κόσμο. Πολλές φορές αισθάνθηκα ένοχη που είμαι στην ‘προνομιακή θέση’ να κάνω τέχνη, να έχω δουλειά, να ζω σε ειρηνική χώρα ή σε μια ευρωπαϊκή χώρα που ως γυναίκα έχω ελευθερίες που δεν τις έχουν γυναίκες σε άλλα σημεία του πλανήτη. Όμως μπορώ πραγματικά να κάνω κάτι; Ίσως το μόνο που πραγματικά μπορώ να κάνω, είναι να καταφέρω έστω κι έναν άνθρωπο να βρει κάτι σ’ αυτή την ταινία που να τον αγγίξει και να ταυτιστεί.
Ποιες τεχνικές δυσκολίες αντιμετωπίσατε;
Οι τεχνικές δυσκολίες ήταν η εξής μια: το μπάτζετ! Επειδή δεν υπήρχε αλλά εγώ ήθελα οπωσδήποτε να κάνω αυτή την ταινία, ξεκίνησα να τραβάω πλάνα μόνη μου, με μια κάμερα, με μηδέν συνεργείο και μηδέν εξοπλισμό. Τα γυρίσματα διήρκεσαν δυο χρόνια μέχρι να συγκεντρώσω τα πλάνα που με εκφράζανε εικαστικά. Μια ακόμη δυσκολία ήταν το κείμενο του Δάντη, το οποίο δεν έχει μεν πνευματικά δικαιώματα, είχε όμως η μετάφραση, έτσι χρησιμοποίησα μια μετάφραση 100 ετών που ήταν στην καθαρεύουσα με στόχο να την προσαρμόσω στην δημοτική. Δουλεύοντας όμως πάνω σ’ αυτό ένιωσα πως έχει μια μουσικότητα και αποφάσισα να το κρατήσω ως έχει διακινδυνεύοντας να χάσω μερίδα του κοινού που μπορεί να το χαρακτηρίσει ως λόγιο και να νιώσει πως δεν το αφορά. Στην τελική επεξεργασία με βοήθησαν οι συνεργάτες μου –που είναι πάνω απ’ όλα φίλοι- να φτιάξω αυτή την ταινία όπως την είχα φανταστεί κι ακόμη καλύτερη.
Μπορείτε να μας αποκαλύψετε τα νέα σας βήματα;
Ευτυχώς για μένα –για το κοινό, δεν ξέρω, θα δείξει (χαμόγελο)- διανύω μια πολύ δημιουργική περίοδο εδώ και καιρό και έχω συνεχώς καινούργιες ιδέες. Φαντάζομαι πως άλλες θα πραγματοποιηθούν κι άλλες όχι. Το σίγουρο είναι πως μόλις τελείωσα την επόμενη μικρού μήκους μου – ένα σκοτεινό παραμύθι- και θα δούμε τι πορεία θα έχει και ξεκίνησα να ετοιμάζω την επόμενη, ένα μικρού μήκους animation χιουμοριστικό, που δεν έχει καμία σχέση με ότι έχω κάνει μέχρι τώρα. Τα επόμενα σχέδια που βρίσκονται ακόμη σε αρχικό στάδιο μένει να δούμε αν θα πραγματοποιηθούν τελικά.