The Devil’s Bath

[παρουσίαση: Παναγιώτης Χαλούλος]

«The Devil’s Bath» (ελληνικός τίτλος «Το λουτρό του διαβόλου») είναι η νέα ταινία (2024) του σκηνοθετικού δίδυμου των Βερόνικα Φραντς και Σεβερίν Φιάλα. Στην Ελλάδα προβλήθηκε στο 65ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ενώ είχε προβληθεί σε παγκόσμια πρεμιέρα στη Berlinale 2024 στο Βερολίνο.

Ένα ψυχολογικό και κοινωνικό δράμα, που εκτυλίσσεται στην αυστριακή ύπαιθρο του 1750. Το δράμα της Άγκνες αρχίζει λίγο καιρό μετά το γάμο της από συνοικέσιο. Τις πρώτες μέρες τη βλέπουμε να είναι μάλλον ευχαριστημένη, χαμογελά στο σύζυγό της, όταν εκείνος της παρουσιάζει το νέο σπίτι και τον τρόπο ζωής τους. Θέλει να χαρεί και ελπίζει σε μια εγκυμοσύνη, που φυσικά ανέμενε και η πεθερά της. Πώς όμως να είναι κάτι τέτοιο εφικτό, αφού ο σύζυγός της δείχνει να μην ενδιαφέρεται για σεξ, αρκείται στην αυτοϊκανοποίηση αποφεύγοντας και να αγγίξει ερωτικά το γυμνό κορμί της!... Τρυφερότητα δεν βλέπει από αυτόν, τον ενδιαφέρει μόνο η εργασία, αγροτικές δουλειές και ψάρεμα στα βαλτώδη νερά της λίμνης, μια συνήθεια ομαδική για τους χωρικούς, και μετά την κούραση της μέρας ο βαθύς ύπνος…

Εκείνη, μια κοπέλα γεμάτη ζωντάνια, δέχεται με αυτό τον τρόπο την πρώτη απογοήτευση από τη νέα ζωή της στο χωριό του συζύγου, σε μια ορεινή περιοχή με πυκνή βλάστηση και δάση. Θα επιχειρήσει να ενσωματωθεί στην κοινότητα λαμβάνοντας μέρος στο ομαδικό ψάρεμα, αλλά δεν θα τα καταφέρει τελικά, αφού η προσωπική της ζωή δεν έχει κάτι ευχάριστο και λόγω της εύθραυστης ψυχολογίας του χαρακτήρα της θα την καταβάλει η ρουτίνα της καθημερινότητας. Βυθίζεται όλο και πιο πολύ σε μελαγχολία και στο τέλος εκδηλώνει ψυχική ασθένεια. Εξαφανίζεται για ώρες μέσα στη δασώδη περιοχή, τη βλέπουμε να βαδίζει με δυσκολία ανάμεσα σε άγρια βλάστηση, που αισθάνεται να την πνίγει, καθαρός συμβολισμός, όπως δηλαδή την πνίγει η άχαρη ζωή της. Ανάλογος συμβολισμός η δυσκολία σε μια δοκιμή μοναχικού ψαρέματος, όταν κολλά στη λάσπη της λίμνης και με δυσκολία βαδίζει, να πνιγεί κινδυνεύει!... Είναι και θρησκευόμενη, διατηρεί ιδιότυπο δικό της χώρο να προσεύχεται και να επιδίδεται σε ξόρκια με κύριο στοιχείο μια πεταλούδα νύχτας. Το ενδιαφέρον του συζύγου και της μητέρας του θα εξαντληθεί σε μεσαιωνικές μεθόδους καθαρμούς του σώματος, θεωρώντας ως μόλυνση την ασθένειά της!...

Η αυτοκτονία συγχωριανού δεν συγχωρείται από τη θρησκόληπτη Καθολική κοινωνία και ο νεκρός δεν θάβεται, αλλά πετιέται στην ύπαιθρο, σε ένα «κρανίου τόπο», να σαπίσει και να τον φάνε τα όρνια και τα αγρίμια! Από το μυαλό τής Άγκνες περνά η μαύρη σκέψη να φύγει από τη ζωή την ανυπόφορη, δοκιμάζει και δεν τα καταφέρνει, αλλά την τρομάζει και η σκληρή αυτή αντιμετώπιση του αυτόχειρα. Την ταράζει και τη στοιχειώνει η σκέψη αυτή και γίνεται ο εφιάλτης της στο ξύπνιο και στον ύπνο της.

Διαβάζουμε πως, αν κάποιοι, κυρίως γυναίκες, από ατολμία δεν επιχειρούσαν την αυτοχειρία, εκείνες τις εποχές (18ος αιώνας), ως τρόπο να λυτρωθούν από την ανυπόφορη ζωή τους έφταναν ως το έγκλημα, ένα φόνο, συνήθως παιδί ήταν το εξιλαστήριο θύμα, ώστε να τους καταδικάσουν σε θάνατο, ελπίζοντας σε …άφεση αμαρτιών μέσω της εξομολόγησης! Αυτό θα επιλέξει και η Άγκνες (Αγνή το όνομα, της οποίας η αγνότητα θα αμαυρωθεί από το φόνο) ως έσχατη λύση στο αδιέξοδό της. Λόγω της ψυχικής νόσου, που δεν ήταν κατανοητή εκείνες τις εποχές στο απαίδευτο πλήθος, και λόγω του φόνου θα θεωρηθεί ως καταληφθείσα από το διάβολο, εξ ου και «Το λουτρό του διαβόλου», έκφραση που απέδιδαν οι Καθολικοί σε πάσης μορφής καταθλιπτικά άτομα πριν από την πρόοδο της κοινωνίας δια της ψυχιατρικής επιστήμης, που εξήγησε τις καταστάσεις αυτές. Μεσαιωνικές αντιλήψεις, που επιβίωναν ακόμα στις απαίδευτες κοινωνίες του 18ου αιώνα ή και μεταγενέστερα. Δαιμονισμένους άλλωστε ονόμαζαν τους ασθενείς με ψυχικές διαταραχές, στο μεσαίωνα γυναίκες με ανάλογα προβλήματα τις θεωρούσαν και μάγισσες, όργανα του διαβόλου, τις κυνηγούσαν και τις έκαιγαν ζωντανές στην πυρά!

Δεν θα κάψουν εδώ την Άγκνες, αλλά σε κοινή θέα, ακόμα και με παιδιά ανάμεσα στους θεατές (έτσι δεν συνέβαινε και στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης με τη γκιλοτίνα στις πλατείες του Παρισιού;), θα την καρατομήσει ο δήμιος και από το αίμα της θα μεταλάβουν με οργιαστικό χορό και χαρά οι παριστάμενοι πληρώνοντας αντίτιμο – βλέπουμε τα ματωμένα χρήματα να ρίχνουν στο κύπελλο του διανομέα! Κάτι, που θυμίζει τη μετάληψη των θιασωτών του θεού Διόνυσου στην αρχαία Ελλάδα από τις ωμές σάρκες και το ζεστό αίμα του αγριμιού-θύματος, που το θεό συμβολίζει, όπως στην τραγωδία «Βάκχες» του Ευριπίδη βλέπουμε να συμβαίνει. Αλλά εδώ δεν είναι ένας θεός το θύμα. Πώς να ερμηνεύσει κανείς το φαινόμενο; Μήπως η Άγκνες (Αγνή) απαλλάχτηκε έτσι από το αμάρτημά της (άλλωστε ο ιερέας, που του εξομολογήθηκε το έγκλημά της με συντριβή, της έδωσε άφεση αμαρτιών!...) και όσοι από το αίμα της μεταλαμβάνουν αισθάνονται να εξαγνίζονται από τα δικά τους φανερά ή κρυφά κρίματα;

Παρεμπιπτόντως, να σημειώσουμε ότι στο αρχαίο θέατρο φρικτές σκηνές, όπως φόνου-εκτέλεσης, δεν συμβαίνουν μπροστά στα μάτια των θεατών, αλλά στο παρασκήνιο, σήμερα όμως κάθε είδους οθόνη μάς δείχνει τις πιο σκληρές και φρικτές πράξεις, μάλιστα το κοινό επιδιώκει να ενημερώνεται με λεπτομερή ρεπορτάζ και αναλύσεις, «αμοντάριστα πλάνα» με ανατριχιαστικές εικόνες των νεκρών στους πολέμους, νεκρών παιδιών φρικτά ακρωτηριασμένων, που μάλιστα προβάλλονται ως «ειδήσεις» σε ώρες αιχμής της τηλεθέασης. Σκληρές οι εικόνες της ταινίας, αλλά στο πλαίσιο του ρεαλισμού της εποχής μας, που μπορεί να φρίττει ο θεατής, αλλά έχει πλέον συνηθίσει και δυστυχώς έχει αποδεχτεί ως κάτι που συμβαίνει τακτικά και απλώς παραμένει θεατής της βαρβαρότητας από τον καναπέ του σαλονιού του ή από τη σκοτεινή αίθουσα προβολής στον κινηματογράφο!...

Η ταινία είναι προϊόν μυθοπλασίας, αλλά βασίζεται σε σχετική ιστορική έρευνα αρχείων από την Κάθυ Στιούαρτ με παρόμοιες καταστάσεις στην αυστριακή κοινωνία του 18ου αιώνα. Πάνω από 400 ανάλογες περιπτώσεις στις γερμανόφωνες περιοχές έχουν καταγραφεί από τον 17ο μέχρι και τον 18ο αιώνα, όπως αναφέρεται στον επίλογο της ταινίας!

Η πρωταγωνίστρια Άνια Πλασγκ επιδίδεται σε ένα ρεσιτάλ ερμηνείας για μια ηρωίδα που διολισθαίνει στη σταδιακή κατάθλιψη και απελπισία μέχρι τη χωρίς λογική βία επιδιώκοντας την ίδια μοίρα με μια μάνα που ανάλογα τιμωρήθηκε και άταφη έμεινε να σαπίζει σε κοινή θέα γιατί σκότωσε το μωρό της!

Υποβλητική η μουσική στο soundtrack της ταινίας, που υπογράφει η ίδια η πρωταγωνίστρια Άνια Πλασγκ, που είναι και άξια μουσικός, το ίδιο και η εικόνα με τα σκοτεινά πλάνα σε εσωτερικούς χώρους, στο σπίτι, σε σπηλιές, στα δάση. Η ταινία έχει στοιχεία θρίλερ, δεν θα την αποκαλούσαμε εντούτοις έτσι, αλλά, όπως και στην αρχή δηλώσαμε, στην κατηγορία του ψυχολογικού και κοινωνικού δράματος ανήκει, κατά την άποψή μας.

Στην Ελλάδα προβλήθηκε στο 65ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ενώ είχε προβληθεί σε παγκόσμια πρεμιέρα στη Berlinale 2024 στο Βερολίνο.

Pin It